- υακίνθινος
- -η, -ο / ὑακίνθινος, -ίνη, -ον, ΝΜΑαυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον υάκινθοαρχ.(το ουδ.) ὑακίνθινον(κατά τον Ησύχ.) «ὑπομελανίζον, πορφυρίζον».[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑάκινθος + κατάλ. -ινος (πρβλ. λίθ-ινος)].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
ὑακίνθινος — hyacinthine masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑακινθίνων — ὑακίνθινος hyacinthine fem gen pl ὑακίνθινος hyacinthine masc/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑακίνθινον — ὑακίνθινος hyacinthine masc acc sg ὑακίνθινος hyacinthine neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑακινθίνη — ὑακίνθινος hyacinthine fem nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑακινθίνην — ὑακίνθινος hyacinthine fem acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑακινθίνοις — ὑακίνθινος hyacinthine masc/neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑακινθίνου — ὑακίνθινος hyacinthine masc/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑακινθίνους — ὑακίνθινος hyacinthine masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑακινθίνῃ — ὑακίνθινος hyacinthine fem dat sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑακινθίνῳ — ὑακίνθινος hyacinthine masc/neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)